Ο μαρξισμός και ο ρόλος της θρησκείας στη σύγχρονη πολιτική

 

Ο μαρξισμός και ο ρόλος της θρησκείας

στη σύγχρονη πολιτική

 

του Σον Σέγιερς*

Σε αυτή την εργασία, θα περιγράψω πρώτα τον απολογισμό του Μαρξ για τη θρησκεία και μετά θα τον χρησιμοποιήσω για να ερευνήσω το ρόλο της θρησκείας στη σύγχρονη πολιτική. Αυτός έχει φτάσει σε ένα χωρίς προηγούμενο επίπεδο τους πρόσφατους καιρούς. Πώς μπορεί να μας βοηθήσει το έργο του Μαρξ να τον καταλάβουμε και να αποκριθούμε σε αυτόν;

Ο Μαρξ φαίνεται να υιοθετεί δυο πολύ διαφορετικά είδη προσέγγισης στη θρησκεία. Από τη μια μεριά τη θεωρεί με παραδοσιακά φιλοσοφικούς όρους, από την άλλη την πραγματεύεται ως μια μορφή ιδεολογίας. Φαίνεται να υπάρχει μια ένταση ανάμεσα στις δυο προσεγγίσεις1. Η καθαρά φιλοσοφική στάση του Μαρξ προς τη θρησκεία γίνεται ξεκάθαρη στο διάσημο απόφθεγμά του ότι «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού» (Marx, 1975b, σελ. 244). Ο Μαρξ είναι ένας υλιστής και αθεϊστής. Θεωρεί τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ως ψευδείς και απατηλές. Δεν υπάρχουν θεοί, δεν υπάρχει υπερφυσικό βασίλειο. Ο φυσικός κόσμος είναι το μόνο που υπάρχει.

 

Ο φιλοσοφικός υλισμός και αθεϊσμός αυτού του είδους δεν εφευρέθηκε από τον Μαρξ και δεν είναι ιδιαίτερος σε αυτόν. Πραγματικά, τέτοιες ιδέες μπορεί να ανιχνευθούν πίσω στους αρχαίους Έλληνες. Παραλήφθηκαν από τους στοχαστές του Διαφωτισμού το 17ο και 18ο αιώνα. Η επιτυχία των φυσικών επιστημών στην εξήγηση του υλικού κόσμου οδήγησε πολλούς εκείνο τον καιρό να απορρίψουν τις θρησκευτικές αντιλήψεις ως απατηλές και να υποστηρίξουν ότι κάθε τι που συμβαίνει μπορεί να εξηγηθεί με τους υλιστικούς όρους των φυσικών επιστημών. Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, σύμφωνα με αυτή την άποψη, είναι φανταστικές και αυθαίρετες. Δεν έχουν κανένα έγκυρο περιεχόμενο. Προκύπτουν από την άγνοια και το φόβο του αγνώστου. Θα εκδιωχθούν, όπως η πρωινή ομίχλη, διαδίδοντας το φως του λόγου και την επιστημονική γνώση. Σύμφωνα με τον Χόμπς, για παράδειγμα, «η ανησυχία για τις μέρες που θα έρθουν» είναι μια από τις κύριες αιτίες των θρησκευτικών ιδεών.

«Αυτός ο διαρκής φόβος, που πάντα συνοδεύει την ανθρωπότητα σε άγνοια των αιτιών, όταν βρίσκεται στο σκοτάδι, πρέπει οπωσδήποτε να έχει κάτι σαν αντικείμενο. Και έτσι όταν δεν υπάρχει τίποτα να δούμε δεν υπάρχει τίποτα για να κατηγορήσουμε… εκτός από μια Αόρατη Δύναμη ή παράγοντα· με την οποία έννοια ίσως ήταν που μερικοί παλιοί ποιητές έλεγαν ότι οι θεοί δημιουργήθηκαν πρώτα από τον ανθρώπινο φόβο» (Hobbes, 1985, σελ. 169-70).

Ο Μαρξ επίσης απορρίπτει τη θρησκεία φιλοσοφικά. Πέρα από αυτό, ωστόσο, η προσέγγισή του είναι αρκετά διαφορετική. Η κύρια έγνοια του είναι να καταλάβει το ρόλο που πραγματικά παίζει η θρησκεία στις ζωές των ανθρώπων και να εξηγήσει γιατί αποδέχονται τις θρησκευτικές αντιλήψεις. Αυτό περιλαμβάνει να βλέπει τη θρησκεία όχι μόνο με λογικούς και φιλοσοφικούς όρους, ως ένα σώμα (ψευδών) ιδεών, αλλά επίσης ως ένα κοινωνικό και ψυχολογικό φαινόμενο με συγκεκριμένες υλικές αιτίες – ως μια μορφή ιδεολογίας.

Υπάρχουν δυο όψεις σε αυτή την προσέγγιση. Περιλαμβάνει έναν απολογισμό του περιεχομένου των θρησκευτικών πεποιθήσεων, και μια εξήγηση της μορφής τους. Θα τις εξετάσω διαδοχικά. Αναφορικά με το περιεχόμενο, ο Μαρξ δεν απορρίπτει απλά τις θρησκευτικές ιδέες ως καθαρό λάθος και ψευδαίσθηση. Σε αυτό ακολουθεί την καθοδήγηση που είχε δοθεί από άλλους φιλοσόφους της εποχής, ιδιαίτερα τον Φόιερμπαχ. Ο Φόιερμπαχ ξεκινά από τη θεμελιώδη σκέψη αυτού που ο Μαρξ αποκαλεί «άθρησκη κριτική», ότι «ο άνθρωπος κάνει τη θρησκεία, η θρησκεία δεν κάνει τον άνθρωπο» (Marx, 1975b, σελ. 244). Ο Φόιερμπαχ παρομοιάζει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις με τα όνειρα, αλλά όχι απλά για να τις απορρίψει ως απατηλές. Απεναντίας, ο Φόιερμπαχ επιχειρηματολογεί ότι εκφράζουν γνήσιες ανθρώπινες επιθυμίες και βλέψεις, αλλά με μια προβαλλόμενη και αλλοτριωμένη μορφή.

«Η θρησκεία είναι το όνειρο του ανθρώπινου είδους. Αλλά ακόμη και στα όνειρα δεν βρίσκουμε τους εαυτούς μας στο κενό ή στον ουρανό, αλλά πάνω στη γη, στο βασίλειο της πραγματικότητας… Συνεπώς, δεν κάνω τίποτα περισσότερο στη θρησκεία… από να της ανοίγω τα μάτια, ή μάλλον να στρέφω τη ματιά της από το εσωτερικό στο εξωτερικό, δηλαδή, αλλάζω το αντικείμενο όπως είναι στη φαντασία σε ένα αντικείμενο όπως είναι στην πραγματικότητα» (Feuerbach, 1957, σελ. xxxix).

Ποιο είναι το “αληθινό” αντικείμενο της θρησκείας; Ποιο είναι το αληθινό περιεχόμενο που εκφράζεται σε αυτή, αν και με μια απατηλή μορφή; Σύμφωνα με τον Φόιερμπαχ, η ιδέα του Θεού εκφράζει ανθρώπινες ελπίδες και βλέψεις με μια προβαλλόμενη και αλλοτριωμένη μορφή. «Ο άνθρωπος… προεκτείνει την ύπαρξή του στην αντικειμενικότητα, και μετά ξανακάνει τον εαυτό του ένα αντικείμενο γι’ αυτή την προβαλλόμενη εικόνα του εαυτού του που έχει έτσι μετατραπεί σε ένα υποκείμενο» (Feuerbach, 1957, σελ. 29-30). Οι ρόλοι του ανθρώπου και του Θεού αντιστρέφονται2. Οι ποιότητες που αποδίδουμε στο Θεό –αγάπη, σοφία, ευσπλαχνία, δικαιοσύνη– είναι στην πραγματικότητα ανθρώπινες ιδιότητες, προβαλλόμενες και αντικειμενοποιούμενες. Όπως το θέτει ο Μαρξ, αυτό που δείχνει ο Φόιερμπαχ είναι ότι «η γήινη οικογένεια είναι… το μυστικό της άγιας οικογένειας» (Marx, 1975a, σελ. 422).

Υπάρχει μια διαφωτιστική αναλογία εδώ με την προσέγγιση που υιοθετεί αργότερα ο Φρόιντ στην ανάλυσή του των ονείρων και άλλων νευρωτικών συμπτωμάτων (πβλε Althusser, 1971a). Πριν από τον Φρόιντ, οι περισσότεροι ψυχολόγοι και φιλόσοφοι είχαν απορρίψει τα όνειρα ως καθαρά φανταστικές και ψευδείς νοητικές δημιουργίες. Σε αυτή την άποψη, η στάση τους ήταν όμοια με εκείνη των υλιστών του Διαφωτισμού προς τη θρησκεία. Αυτή είναι όντως η εμφάνιση που παρουσιάζουν τα όνειρα, το «πρόδηλο περιεχόμενό» τους. Αλλά ο Φρόιντ δεν σταματά με αυτό. Ερευνώντας το ρόλο που παίζουν τα όνειρα στην ανθρώπινη ζωή δείχνει ότι μπορεί να ερμηνευθούν ως οι μεταμφιεσμένες και παραμορφωμένες εκφράσεις αληθινών αισθημάτων και σκέψεων εκείνου που ονειρεύεται. Φτάνει να τα βλέπει ως συμπτώματα που αποκαλύπτουν ένα αληθινό «λανθάνον περιεχόμενο» (Freud, 1974, Μέρος II). Τα αληθινά αντικείμενα ενός ονείρου είναι τα αληθινά, αν και συχνά καταπνιγμένα, αισθήματα και σκέψεις που μεταμφιέζονται και εκφράζονται μέσα σε αυτό3.

Κατά παρόμοιο τρόπο, σύμφωνα με τον Φόιερμπαχ, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και τα αισθήματα, αν και έχουν μια λαθεμένη και απατηλή μορφή, έχουν ένα αληθινό και έγκυρο περιεχόμενο. Έτσι, επιμένει ο Φόιερμπαχ,

«Κατά κανένα τρόπο δεν λέω: ο Θεός είναι τίποτα, η Τριάδα είναι τίποτα, ο Λόγος του Θεού είναι τίποτα, κλπ. Δείχνω μόνο ότι δεν είναι αυτό που οι ψευδαισθήσεις της θεολογίας τα έχουν κάνει… Οι κατηγορίες ότι σύμφωνα με το βιβλίο μου η θρησκεία είναι μια αυθαιρεσία, ένα τίποτα, μια καθαρή ψευδαίσθηση, θα ήταν καλά θεμελιωμένες μόνο αν, σύμφωνα με αυτό, αυτό στο οποίο αναλύω τη θρησκεία… δηλαδή τον άνθρωπο – την ανθρωπολογία, ήταν μια αυθαιρεσία, ένα τίποτα, μια καθαρή ψευδαίσθηση» (Feuerbach, 1957, σελ. xxxviii).

Αυτές οι ιδέες παρέχουν το σημείο εκκίνησης του Μαρξ. Όπως ο Φόιερμπαχ, ξεκινά από την πρόταση ότι η θρησκεία είναι μια ανθρώπινη δημιουργία, και θεωρεί το “πρόδηλο”, το λογικό και φιλοσοφικό περιεχόμενο των θρησκευτικών ιδεών ως απατηλό και ψευδές. Αυτό είναι μέρος αυτού που εννοεί όταν λέει ότι «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Και όμως, στο ίδιο απόσπασμα που εμφανίζεται αυτή η φράση, ο Μαρξ επιμένει εξίσου ότι οι θρησκευτικές ιδέες δεν θα έπρεπε να απορριφτούν σαν απλά λάθη. Ακολουθώντας τον Φόιερμπαχ, μεταχειρίζεται τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ως “συμπτώματα”. Ενσαρκώνουν ένα αληθινό και έγκυρο περιεχόμενο, αλλά αυτό εκφράζεται με μια μεταμφιεσμένη και παραμορφωμένη μορφή προβαλλόμενο σε ένα υπερβατικό υπερπέραν. «Το θρησκευτικό βάσανο είναι ταυτόχρονα η έκφραση του αληθινού βασάνου και μια διαμαρτυρία ενάντια στο πραγματικό βάσανο. Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεσμένου πλάσματος, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου και η ψυχή άψυχων συνθηκών. Είναι το όπιο του λαού» (Marx, 1975b, σελ. 244).

Για να καταλάβουμε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, λοιπόν, δεν είναι ικανοποιητικό να τις κριτικάρουμε απλά με τον παραδοσιακό φιλοσοφικό τρόπο ως λαθεμένες και ψευδείς· το βάσανο και η ελπίδα που εκφράζουν πρέπει επίσης να έρθει στο φως. Αν η θρησκεία είναι μια παραμορφωμένη διαμαρτυρία ενάντια σε μια “άψυχη” κατάσταση και έναν “άκαρδο” κόσμο, αυτές οι συνθήκες πρέπει επίσης να αποκαλυφθούν και να αντιμετωπιστούν. Ο σκοπός του Μαρξ σε αυτό δεν είναι μόνο θεωρητικός αλλά επίσης πρακτικός. «Η κριτική έχει μαδήσει τα φανταστικά λουλούδια στην αλυσίδα όχι για να συνεχίσει ο άνθρωπος να υπομένει την αλυσίδα χωρίς φαντασία ή παρηγοριά αλλά για να είναι ικανός να απαλλαγεί από την πραγματική αλυσίδα και να κόψει το αληθινό λουλούδι» (Marx, 1975b, σελ. 244).

Με αυτό τον τρόπο, η αποκάλυψη της θρησκευτικής αλλοτρίωσης και μυστικοποίησης οδηγεί στην κριτική των συνθηκών που δίνουν γένεση σε αυτή. «Η κατάργηση της θρησκείας ως της απατηλής ευτυχίας των ανθρώπων είναι το αίτημα για την αληθινή τους ευτυχία. Να τους καλούμε να παραιτηθούν από τις ψευδαισθήσεις τους για την κατάστασή τους είναι να τους καλούμε να παραιτηθούν από μια κατάσταση που απαιτεί ψευδαισθήσεις» (Marx, 1975b, σελ. 244). Η κριτική της θρησκείας οδηγεί έτσι άμεσα στην κοινωνική κριτική.

 

Βιβλιογραφία

Althusser, L., For Marx (London: Allen Lane, 1969).

Althusser, L., ‘Freud and Lacan’, in Lenin and Philosophy and Other Essays (London: New Left Books, 1971a).

Althusser, L., ‘Ideology and Ideological State Apparatuses’, in Lenin and Philosophy and Other Essays (London: New Left Books, 1971b).

Cohen, G.A., Karl Marx’s Theory of History: A Defence (Oxford: Clarendon Press, 1978).

Feuerbach, L., The Essence of Christianity, trans. G. Eliot (New York: Harper & Row, 1957).

Frank, T., What’s the Matter with Kansas? How Conservatives Won the Heart of America (New York: Metropolitan Books, 2004).

Freud, S., Introductory Lectures on Psychoanalysis (Harmondsworth: Penguin, 1974).

Hegel, G.W.F., Aesthetics, trans. T.M. Knox (Oxford: Clarendon Press, 1975).

Hegel, G.W.F., Phenomenology of Spirit, trans. A.V. Miller (Oxford: Clarendon Press, 1977).

Hegel, G.W.F., Lectures on the Philosophy of Religion. One-Volume Edition. The Lectures of 1827, trans. R.F.

Brown P.C. Hodgson and J.M. Stewart (Berkeley: University of California Press, 1988).

Hobbes, T., Leviathan (Harmondsworth: Penguin, 1985).

Larrain, J., The Concept of Ideology (London: Hutchinson, 1979).

Lenin, V.I., ‘The Attitude of the Worker’s Party to Religion’, in On Religion (Moscow: Progress Publishers, 1969a).

Lenin, V.I., ‘Socialism and Religion’, in On Religion (Moscow: Progress Publishers, 1969b).

Marx, K., ‘The British Rule in India’, in K. Marx and F. Engels, Selected Works, 1, edited by K. Marx and F.

Engels (Moscow: Foreign Languages Publishing House, 1958).

Marx, K., Capital, I, trans. S. Moore and E. Aveling (New York: International Publishers, 1967).

Marx, K., Le Capital, I, trans. J. Roy (Paris: Éditions Sociales, 1969).

Marx, K., ‘Concerning Feuerbach [Theses on Feuerbach]’, in Early Writings (Harmondsworth: Penguin, 1975a).

Marx, K., ‘A Contribution to Hegel’s Philosophy of Right. Introduction’, in Early Writings (Harmondsworth: Penguin, 1975b).

Marx, K. & Engels, F., The German Ideology Part I (New York: International Publishers, 1970).

McDowell, J.H., Mind and World (Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1994).

Sayers, S., Reality and Reason (Oxford: Blackwell, 1985).

Sayers, S., ‘Knowledge as a Social Phenomenon’, Radical Philosophy, 52 (1989) 34-7.

Walicki, A., A History of Russian Thought from the Enlightenment to Marxism (Stanford, CA: Stanford University Press, 1979).

 

Σημειώσεις

1. Βλέπε Σέγιερς (1989) για μια παλιότερη συζήτηση αυτού του θέματος.

2. Ακολουθώντας τους συγγραφείς παραθέτω και για στιλιστικούς λόγους χρησιμοποιώ το «άνθρωπος» (man) με αυτή την ειδολογική έννοια, περιλαμβάνοντας άνδρες και γυναίκες.

3. Βλέπε Σέγιερς (1985, κεφ. 5) για ένα πληρέστερο απολογισμό του Φρόιντ από αυτή τη θεώρηση.

 

 

* Ο Σον Σέγιερς είναι καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, συγγραφέας σειράς εργασιών για το μαρξισμό και τη διαλεκτική. Το παρόν αποτελεί μέρος από τη συνεισφορά του στο αφιέρωμα του τόμου 3 της Μαρξιστικής Σκέψης «Μαρξισμός και Θρησκεία».

 

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση