Αναμνήσεις από τη Γερμανική Επίθεση

του Νικήτα Χρουστσόφ*

 

 

Ο Στάλιν εκτιμούσε τη μαχητική ετοιμότητα του στρατού μας λαθεμένα, επηρεασμένος από εντυπώσεις από κινηματογραφικές εικόνες που έδειχναν τις παρελάσεις μας και τις στρατιωτικές μανούβρες μας. Για καιρό ο Στάλιν δεν είχε δει τίποτα από την αληθινή ζωή. Ποτέ δεν έφευγε από τη Μόσχα. Πήγαινε έξω από το Κρεμλίνο μόνο για να μεταβεί στην ντάτσα του στο Σότσι, πουθενά αλλού. Έπαιρνε τη σχετική πληροφόρησή του μόνο από τον Βοροσίλοφ. Ο τελευταίος έκανε επίσης λάθος εκτίμηση της κατάστασης του Κόκκινου Στρατού. Θεωρούσε ότι ήταν σε υψηλό επίπεδο, ικανός να αποκρούσει μια εισβολή του Χίτλερ. Και πριν τον πόλεμο ένας τεράστιος αριθμών πραγμάτων δεν έγιναν.
Επαναλαμβάνω ότι αναφορικά με το ηθικό του ο Στάλιν απλά είχε παραλύσει από το αναπόφευκτο του πολέμου. Προφανώς πίστευε ότι ο πόλεμος θα οδηγούσε στην αναπόφευκτη ήττα της ΕΣΣΔ. Η εξήγηση γι’ αυτό, όπως το βλέπω, ήταν η κατάρρευση της θέλησης του Στάλιν και η αποθάρρυνσή του με τις νίκες που είχε κερδίσει ο Χίτλερ στη Δύση και την αποτυχία μας στον πόλεμο με τους Φιλανδούς. Ο Στάλιν αντιμετώπιζε τον Χίτλερ όπως ένας λαγός μπροστά από ένα βόα συσφιγκτήρα, είχε παραλύσει εντελώς. Αυτό έγινε αισθητό τόσο στην έλλειψη παραγωγής όπλων, όσο και στο ότι δεν προετοιμάσαμε τα σύνορά μας για άμυνα. Φοβόμασταν ότι η εργασία μας θα γινόταν αντιληπτή από τους Γερμανούς και αυτό μπορεί να προκαλούσε πόλεμο. Αλλά δεν μπορούσες να σκέφτεσαι έτσι! Ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος…
Ενόσω ο Γκάμαρνικ, ο Τουχατσέφσκι και οι άλλοι ήταν ακόμη εκεί, άνθρωποι που γνώριζαν πώς να διευθύνουν την πολιτική δουλειά και να οργανώνουν την οικονομική λειτουργία του στρατού και να μεριμνούν για τα αναγκαία όπλα και εφόδια, προτού εξαλειφτούν το 1937, η δουλειά προχωρούσε ακόμη και χωρίς τον Βοροσίλοφ. Όταν αυτοί οι άνθρωποι καταστράφηκαν, και άλλοι πήραν τις θέσεις τους – φιγούρες όπως ο Μέχλις, ο Σάντενκο και ο Κούλικ – το Λαϊκό Επιτροπάτο Άμυνας μετατράπηκε, και αυτό δεν είναι ψέμα, σε ένα απέραντο τρελοκομείο, αν όχι σε κάποιο είδος άντρου λυσσασμένων σκύλων, αν λάβουμε υπόψη ποιοι ήταν επικεφαλής εκεί. Ο Τιμοσένκο μια φορά κυριολεκτικά με έσυρε από το μανίκι να παρακολουθήσω μια συνεδρίαση του Συμβουλίου Άμυνας του Κόκκινου Στρατού. Προφανώς ήθελε να δω αυτό το σκυλολόι, να δω πώς ξέσκιζαν ο ένας το λαιμό του άλλου, τρώγονταν για σαχλαμάρες, αλλά δεν εκπλήρωναν το πραγματικό έργο εμπρός τους.
Σήμερα δεν έχω την παραμικρή ανάμνηση ποια ζητήματα συζητήθηκαν, αλλά θυμάμαι τη γενική ατμόσφαιρα στην οποία έλαβε χώρα η συζήτηση. Ο Βοροσίλοφ ξεκίνησε τη συνεδρίαση. Έδωσε το βήμα στον Κούλικ, που μίλησε με συγχυσμένο, χαοτικό τρόπο. Ήταν αδύνατο να καταλάβεις για ποιο πράγμα μιλούσε, επειδή αγρίεψε και άρχισε να φωνάζει και δεν διατύπωσε ξεκάθαρα τις σκέψεις του. Το επίπεδο της σύγχυσης αυξήθηκε και η ατμόσφαιρα ταράχτηκε. Μετά από αυτόν μίλησε ο Σάντενκο, ακόμη πιο χαοτικά. Όταν τον διέκοψε ο Βοροσίλοφ, φώναξε στον Βοροσίλοφ, εκφράζοντας σκαιά τις αντιρρήσεις του. Όταν τέλειωσε ο Σάντενκο, άρχισε να μιλά ο Μέχλις. Ακόμη πιο πεισματικά από τους άλλους, προσπάθησε να αποδείξει ότι αυτός είχε δίκιο. Όλοι άρχισαν να μιλούν μαζί, εντελώς ασυντόνιστα και με παρανοήσεις. Η εντύπωση που μου έκαναν όλα αυτά ήταν ότι αυτή δεν ήταν μια σοβαρή οργάνωση, ότι δεν ήταν ικανή να λύσει τα προβλήματα άμυνας της χώρας μας με πρακτικό τρόπο. Ο Τιμοσένκο είχε το δικό του είδος οξυδέρκειας. Με κοίταξε και φαινόταν να με ρωτά μόνο με το βλέμμα: Βλέπεις τι είδους κατάσταση είναι αυτή, πού αποφασίζονται τα ζητήματα άμυνας της ΕΣΣΔ;
Θα μπορούσε να είχαμε αντιμετωπίσει τους φασίστες πολύ πιο εύκολα αν οι στρατιωτικοί ηγέτες μας δεν είχαν εξαλειφτεί στη δεκαετία του 1930. Δεν έχω ακριβή στοιχεία για τον αριθμό αξιωματικών διαφόρων βαθμίδων που εξαλείφτηκαν. Αλλά αν δεις το ανώτατο διοικητικό προσωπικό, σχεδόν όλοι οι ανώτατοι διοικητές – από τους διοικητές στρατιωτικών περιφερειών ως τους διοικητές μεραρχιών – εξολοθρεύτηκαν. Αλλά αυτοί ήταν άνθρωποι που είχαν καλές γνώσεις και ικανότητες, αρκετοί είχαν αποφοιτήσει από στρατιωτικές ακαδημίες και μερικοί είχαν ακόμη εκπαίδευση από ειδικές και γενικές στρατιωτικές σχολές. Αλλά το πιο σημαντικό με αυτούς τους ηγέτες είναι ότι είχαν περάσει από το σχολείο του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου και άλλων πολέμων και κατείχαν σημαντική εμπειρία.
Δεν ήταν τυχαίο που χρειάστηκε να προάγουμε νέους διοικητές κατά τον πόλεμο. Ίσως υπήρξαν δυο, τρεις, και σε μερικά μέρη τέσσερεις αλλαγές νέων γενιών στο επιτελείο διοίκησης. Ξέρω και ανθρώπους που ήρθαν σαν αντικαταστάτες στο πέμπτο κύμα. Πολλοί από αυτούς προωθήθηκαν επάξια. Ήταν ικανοί και έντιμοι άνθρωποι, αφοσιωμένοι στην πατρίδα τους. Αλλά χρειάζονταν εμπειρία, και αυτή η εμπειρία ήταν κάτι που απέκτησαν στην πορεία του πολέμου, με τίμημα το αίμα που έχυσαν πολλοί στρατιώτες και μεγάλη υλική ζημιά στη χώρα μας…
Ο πόλεμος είχε αρχίσει, αλλά δεν υπήρχαν ακόμη δηλώσεις από τη σοβιετική κυβέρνηση ή από τον Στάλιν προσωπικά. Αυτό δεν έκανε καλή εντύπωση. Αργότερα εκείνο το απόγευμα, ο Μολότοφ εκφώνησε ένα λόγο. Ανακοίνωσε ότι ο πόλεμος είχε αρχίσει, ότι ο Χίτλερ είχε επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση. Αλλά γιατί είχε μιλήσει ο Μολότοφ και όχι ο Στάλιν; Αυτό έκανε τους ανθρώπους να αναρωτιούνται.
Σήμερα ξέρω γιατί δεν μίλησε ο Στάλιν. Ήταν εντελώς παραλυμένος, ανίκανος να δράσει, και δεν μπορούσε να συγκεντρώσει τις σκέψεις του. Πολύ αργότερα, μετά τον πόλεμο, έμαθα ότι όταν άρχισε ο πόλεμος, ο Στάλιν ήταν στο Κρεμλίνο. Ο Μπέρια και ο Μαλένκοφ μου είπαν γι’ αυτό.
Ο Μπέρια είπε:
«Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου μαζεύτηκαν στο γραφείο του Στάλιν. Ο Στάλιν ήταν εντελώς συντριμμένος. Το ηθικό του είχε κλονιστεί και έκανε την εξής δήλωση: “Ο πόλεμος άρχισε. Θα αναπτυχτεί καταστροφικά. Ο Λένιν μας άφησε το εργατικό προλεταριακό κράτος, αλλά εμείς το κάναμε σκ…” Ακριβώς έτσι εκφράστηκε. Είπε “Παραιτούμαι από την ηγεσία” και βγήκε από το δωμάτιο. Πήρε το αυτοκίνητό του και αναχώρησε για την ντάτσα του».
Ο Μπέρια συνέχισε:
«Εμείς παραμείναμε. Τι θα κάναμε; Συζητήσαμε και αποφασίσαμε να πάμε να δούμε τον Στάλιν, για να τον κάνουμε να επιστρέψει στη δραστηριότητα, να χρησιμοποιήσουμε το όνομα και τις ικανότητές του για να οργανώσουμε την άμυνα της χώρας. Όταν φτάσαμε στην ντάτσα του, μπορούσα να δω από το πρόσωπό του ότι ο Στάλιν ήταν κατατρομαγμένος. Υποθέτω ότι ο Στάλιν νόμιζε πως είχαμε πάει εκεί να τον συλλάβουμε, επειδή είχε εγκαταλείψει το ρόλο του και δεν έπαιρνε καθόλου μέτρα για να οργανωθεί η αντίσταση στη γερμανική εισβολή. Προσπαθήσαμε να τον πείσουμε ότι είμαστε μια τεράστια χώρα, ότι είχαμε τη δυνατότητα να οργανωθούμε, να κινητοποιήσουμε τη βιομηχανία και το λαό να αντισταθεί στον Χίτλερ. Σε αυτό το σημείο φάνηκε ο Στάλιν να έρχεται κάπως στα λογικά του».

*Ο Νικίτα Χρουστσόφ ήταν ΓΓ του ΚΚΣΕ στα 1953-64. Το παρόν αποτελεί μέρος από τα παρουσιαζόμενα στη συλλογή αποσπάσματα των «Αναμνήσεών» του, σελ. 248-76. Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Αυγή, 21/11/2010,

http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=582940.